Διαφήμιση
( 1 ψήφος )

Technology and Anti-money laundering: a systems theory and risk-based approach“Technology and Anti-money laundering: a systems theory and risk-based approach” είναι ένα νέο βιβλίο, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τον ακαδημαϊκό εκδοτικό οίκο Edward Elgar. Ο συγγραφέας του είναι ο Δρ. Διονύσιος Δεμέτης με σπουδές στη Φυσική από το Πανεπιστήμιο Κρήτης, μεταπτυχιακό στη διοίκηση πληροφοριακών συστημάτων από το London School of Economics (LSE), και διδακτορική διατριβή από το LSE στην καταπολέμηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (ξέπλυμα χρήματος) και το ρόλο των πληροφοριακών συστημάτων σε αυτή.

Η τελευταία του επιστημονική εργασία για τη διαχείριση του ρίσκου στο ξέπλυμα χρήματος με βάση την 3η Ευρωπαϊκή νομοθεσία επιλέχθηκε από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών ως μία από τις τέσσερις σημαντικότερες εργασίες στο select-bibliography του δικτύου IMOLIN. Συνομιλήσαμε με τον Διονύσιο Δεμέτη για το δύσκολο θέμα του ξεπλύματος χρήματος και τη συμβολή των νέων τεχνολογιών στην πάταξη αυτού του φαινομένου.

Διονύσιος ΔεμέτηςΠοιο είναι το μέγεθος του ξεπλύματος χρήματος διεθνώς;
Η πιο δημοφιλής αλλά ξεπερασμένη ”εκτίμηση” για το ξέπλυμα χρήματος είναι ότι το μέγεθος του κυμαίνεται μεταξύ $600δις και $1,5 τρις ετησίως. Άλλα μοντέλα εκτίμησης το υπολογίζουν γύρω στα $2,85 τρις, δεν περιλαμβάνουν όμως το ξέπλυμα χρήματος μέσω του διαδικτύου το οποίο αυξάνεται διαρκώς. Φυσικά είναι αδύνατον να έχουμε ακριβή εικόνα του μεγέθους λόγω της πολυπλοκότητας και φύσης του προβλήματος –χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι η επιτροπή του Financial Action Task Force (FATF) που είχε επωμιστεί την εργασία για την εκτίμηση του φαινομένου κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχει κανένας οικονομικός μηχανισμός που να επιτρέπει την εκτίμηση αυτή. Η θεωρητική βάση απλά δεν υπάρχει και τα δεδομένα που χρησιμοποιούν οι υπολογισμοί εμπεριέχουν ήδη στατιστικές διαστρεβλώσεις.


Τι σημαίνει το ξέπλυμα χρήματος για το οικονομικό σύστημα, πόσο το επηρεάζει;
Οι επιρροές που δέχεται το οικονομικό σύστημα από το ξέπλυμα χρήματος είναι σύνθετες και δημιουργούν επιπρόσθετα προβλήματα. Το ξέπλυμα χρήματος μπορεί να αυξήσει το ρίσκο μακροοικονομικής αστάθειας και δημιουργεί συνθήκες για την αύξηση της διαφθοράς και του εγκλήματος. Μικροοικονομικοί δείκτες διαστρεβλώνονται ενώ το χρήμα που παράγεται από εγκληματικές δραστηριότητες πολλές φορές χρησιμοποιείται για επενδύσεις σε περαιτέρω εγκληματικές δραστηριότητες. Αυτό δημιουργεί ένα αυτο-αναφερόμενο σύστημα που τροφοδοτεί τον εαυτό του. Όταν η έκταση του φαινομένου (ή η ανικανότητα μιας χώρας να δείξει ότι καταβάλλει σοβαρές προσπάθειες για την καταπολέμησή του) ολοένα και αυξάνεται, τότε αρχίζουν να υπάρχουν προβλήματα ακόμη και στις τραπεζικές συναλλαγές, μιας και τα τραπεζικά συστήματα είναι υποχρεωμένα να ελέγχουν κινήσεις που προέρχονται από χώρες που βρίσκονται στην ”γκρίζα ή μαύρη λίστα” του FATF. Μη συμμόρφωση με διεθνείς κανονισμούς τοποθετεί μια χώρα σε τέτοιες λίστες και δημιουργεί εικόνα αναξιοπιστίας.

Σύμφωνα με τη γνώση και την εμπειρία σας, ποια είναι η συμμετοχή της χώρας μας στη διεθνή σκηνή του ξεπλύματος χρήματος;
Η Ελλάδα είναι από τα πρώτα μέλη του Financial Action Task Force, του οργανισμού δηλαδή που έχει δημιουργήσει τις πρότυπες συστάσεις για το Ξέπλυμα Χρήματος και τη Χρηματοδότηση της Τρομοκρατίας (49 συστάσεις στο σύνολό τους). Οι συστάσεις αυτές αποτελούν διεθνή πρότυπα, μιας και έχουν αποκτήσει ισχύ από τα Ηνωμένα Έθνη και αναφέρονται σε όλες τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες. Η χώρα μας είναι επίσης μέλος του Egmont Group που συνδέει τις αντίστοιχες ”Επιτροπές για το ξέπλυμα χρήματος” σε άλλες χώρες. Η εκτίμηση μου είναι όμως ότι καμία Ελληνική Κυβέρνηση δεν έχει δώσει τη δυνατότητα, την υποδομή και το κανονιστικό πλαίσιο εκείνο, που θα διαμορφώσει τις συνθήκες για να κάνει η Επιτροπή για το ξέπλυμα χρήματος, σωστά τη δουλειά της. Να στελεχωθεί δηλαδή σωστά, να γίνει υπηρεσία ανταλλαγής και επεξεργασίας πληροφοριών και να επικοινωνεί καλύτερα με το τραπεζικό σύστημα. Χρόνια προβλήματα μας έβαλαν (τον Ιούνιο του 2010) σε μια ”γκρίζα λίστα” χωρών που δεν έχουν συμμορφωθεί με τις συστάσεις αυτές και απαιτείται σημαντική πρόοδος για την βελτίωση τους. Η Ελλάδα ήταν μεταξύ των Ανγκόλα, Αζερμπαϊτζάν, Βολιβία, Εκουαδόρ, Αιθιοπία, Ινδονησία, Κένϋα, Μορόκο, Μυανμάρ, Νεπάλ, Νιγηρία, Πακιστάν, κ.ά. Σε μια περίοδο που η χώρα περνά δημοσιονομικά προβλήματα και εμφανίζεται να μην συμμορφώνεται πλήρως (ή και καθόλου σε κάποιες περιπτώσεις) με κανονισμούς και συστάσεις τέτοιας κρισιμότητας, δημιουργείται μια αρνητική εικόνα, η οποία στην αντιμετώπισή της θα χρειαστεί σοβαρή προσπάθεια και ουσιαστικές αλλαγές. Δεν είναι αυτή η καλύτερη δυνατή εικόνα που μπορούμε να δείξουμε στο εξωτερικό. Γνωρίζω πως ήδη γίνονται κάποιες προσπάθειες να αντιστραφεί αυτή η εικόνα στο πώς χειριζόμαστε το ξέπλυμα χρήματος. Μένει να δούμε ποιο θα είναι το αποτέλεσμα.


Ποιο είναι το κόστος για την οικονομία, την ανάπτυξη και την επιχειρηματικότητα;
Η διασύνδεση της κυκλοφορίας του χρήματος από εγκληματικές δραστηριότητες με χρήμα που είναι προϊόν νόμιμων δραστηριοτήτων δημιουργεί μια δυναμική που καθιστά δύσκολο τον προσδιορισμού του κόστους σε αυτούς τους τομείς. Δεν πρέπει εδώ να αποκλείουμε και το ενδεχόμενο ότι χρήμα που προέρχεται από εγκληματικές δραστηριότητες τροφοδοτεί και νόμιμες δραστηριότητες. Επειδή όμως το ξέπλυμα χρήματος συνδέεται τόσο με βαριά εγκλήματα (π.χ. εμπόριο όπλων, ναρκωτικών, πορνεία, κ.λπ.,) όσο και με εγκλήματα που σχετικά πρόσφατα έχουν προστεθεί σαν ”πρωτογενή” εγκλήματα για το ξέπλυμα χρήματος (φοροδιαφυγή), η συνολική επίδραση παραμένει αρνητική και στους τρεις αυτούς αλληλένδετους τομείς. Το χρήμα που είναι προϊόν εγκληματικής δραστηριότητας συνεχίζει να ποτίζει το έδαφος διαφθοράς και να επανατροφοδοτείται σε άλλα εγκλήματα. Αυτό δημιουργεί αρνητικές αναπτυξιακές προοπτικές γιατί καθιστά τις οργανωσιακές δομές σταδιακά αναξιόπιστες.


Ποιες είναι οι συνήθεις μορφές του ξεπλύματος χρήματος;
Υπάρχουν πραγματικά πάρα πολλές μορφές. Χαρακτηριστικά να αναφέρω πως από μια ανάλυση που έκανε η ομάδα μου για τυπολογίες και δείκτες για το ξέπλυμα χρήματος που έχουν δημοσιευτεί σε διάστημα 15 ετών, βρήκαμε πάνω από 700 διαφορετικές τυπολογίες και δείκτες. Αυτές οι πηγές μας δίνουν το βασικό πυρήνα που μπορεί να πραγματοποιήσει κάποιος ξέπλυμα χρήματος στον τραπεζικό και στον ασφαλιστικό τομέα, καζίνο, ανταλλακτήρια συναλλάγματος, κ.ά. Τώρα, ποιες από αυτές εμφανίζονται πιο συχνά, εξαρτάται από το ευρύτερο σύστημα συναλλαγών, το ύψος του ποσού και την πολυπλοκότητα που δημιουργείται σκοπίμως ώστε να περιπλακούν οι συναλλαγές. Υπάρχουν βασικές και αρκετά συνηθισμένες μορφές (όπως η κατακερμάτιση μεγάλων ποσών και τοποθέτησή τους σε διαφορετικούς λογαριασμούς σε ποσά κάτω του ορίου που ο τραπεζικός υπάλληλος υποχρεούται σε υποβολή ύποπτης αναφοράς για ξέπλυμα χρήματος - η τυπολογία αυτή είναι γνωστή και ως smurfing) αλλά και εξαιρετικά πιο δύσκολες μορφές που συνδυάζουν πολλαπλές τεχνικές και εμπλέκεται μεγάλος αριθμός κρατών, παραδοσιακά και ηλεκτρονικά μέσα συναλλαγών. Βέβαια, η συντριπτική πλειοψηφία των περιστατικών που είναι ύποπτες για ξέπλυμα χρήματος έρχονται, συνήθως, από τον τραπεζικό τομέα.


Πώς μπορούν να συμβάλουν οι νέες τεχνολογίες στην πάταξη του ξεπλύματος χρήματος; Από τη θεωρία στην πράξη;
Εδώ ανοίγουμε ένα τεράστιο θέμα που σε μεγαλύτερη λεπτομέρεια πραγματεύεται και το βιβλίο μου. Όμως, πρέπει να διαχωρίσουμε αρχικά το επίπεδο στο οποίο υπεισέρχονται οι νέες τεχνολογίες στην πάταξη του ξεπλύματος χρήματος. Εδώ μπορούμε να διακρίνουμε 3 διαφορετικά επίπεδα. Το πρώτο επίπεδο είναι το τραπεζικό, που εκεί οι νέες τεχνολογίες χρησιμοποιούνται ώστε να μοντελοποιήσουν το φαινόμενο και μέσα από συγκεκριμμένες τυπολογίες που εφαρμόζονται στα τραπεζικά δεδομένα (συνήθως με batch processing), προσπαθούν να ”ανιχνεύσουν” ποιες είναι οι ύποπτες συναλλαγές. Κάποιες φορές οι αλγοριθμικοί κανόνες που χρησιμοποιούνται είναι απλής μορφής (nested SQL queries) και κάποιες άλλες κάπως πιο πολύπλοκες (neural networks, AI, DNA algorithms, κ.ά.). Αυτή είναι η θεωρία. Στην πράξη οι δυσκολίες είναι πολλές και δημιουργούν προβλήματα στις τράπεζες, καθώς το ποσοστό των πραγματικά ύποπτων αναφορών για ξέπλυμα χρήματος (από αυτές που το λογισμικό θεωρεί ως ύποπτες) είναι στην συντριπτική πλειοψηφία κάτω απο 2-3%. Το πεδίο της έρευνας που ασχολείται με τη βελτίωση αυτού του ποσοστού περνάει πλέον μέσα από διαδικασίες ”behavioural modelling” και χρησιμοποίηση δεδομένων που δεν βρίσκονται απαραίτητα σε τραπεζικό επίπεδο. Έχουν γίνει κάποια βήματα εκεί αλλά οι τεχνολογικές εφαρμογές αυτού του επιπέδου απαιτούν αφοσίωση από τις τράπεζες που σταδιακά μπορούν να αρχίζουν να βλέπουν και οφέλη σε άλλους εσωτερικούς τομείς, παρ’όλο που η κανονιστική συμμόρφωση αποτελεί κέντρο κόστους. Το δεύτερο επίπεδο στο οποίο μπορούν να συμβάλουν οι νέες τεχνολογίες είναι το επίπεδο των Επιτροπών για το ξέπλυμα χρήματος (γνωστά και ως Financial Intelligence Units - FIUs). Αυτό βέβαια προϋποθέτει διάφορες βασικές διασυνδέσεις και να έχουν λυθεί θέματα επικοινωνίας μεταξύ του τραπεζικού συστήματος και του FIU (π.χ. θέματα interoperability, suspicious reporting). Στις περισσότερες χώρες του κόσμου υπάρχουν μεγάλα κενά σ’αυτόν τον τομέα. Αυτό που υποβάλλεται στις αρμόδιες αρχές είναι ύποπτες αναφορές, ενώ πολλές φορές δεν υπάρχει μηχανισμός για τη μετάδοση των τραπεζικών συναλλαγών ηλεκτρονικά, εάν αυτές ζητηθούν από την Επιτροπή για το ξέπλυμα χρήματος. Προφανώς, σε τέτοιες περιπτώσεις δεν υπάρχει καν τεχνολογικό υπόβαθρο στις Επιτροπές για την ουσιαστική ανάλυση αυτών των πληροφοριών/συναλλαγών. Τέλος, το τρίτο στάδιο είναι η συμβολή των τεχνολογιών στην επικοινωνία μεταξύ των Επιτροπών από διαφορετικές χώρες. Εκεί υπάρχει ένα πληροφοριακό σύστημα το οποίο ονομάζεται FIU-net και αυτό με τα δικά του προβλήματα. Συνοψίζοντας, υπάρχει αρκετό μέλλον στη συμβολή των πληροφοριακών συστημάτων σε αυτόν τον τομέα. Το φαινόμενο είναι πολυδιάστατο και ο ρόλος που μπορεί να έχουν τα πληροφοριακά συστήματα σ’ αυτόν τον τομέα, αντίστοιχα.


Υπάρχουν παραδείγματα άλλων χωρών;
Υπάρχουν χώρες που έχουν αναπτύξει αρκετά τον τομέα των πληροφοριακών συστημάτων στο ξέπλυμα χρήματος. Η Ιταλία, η Αγγλία, η Αυστραλία, οι ΗΠΑ, αποτελούν μερικά παραδείγματα. Στην Ιταλία μάλιστα που είχα μακροπρόθεσμη συνεργασία σε ερευνητικό επίπεδο για το ξέπλυμα χρήματος με την Κεντρική Τράπεζα (Banca d’Italia), έχει δημιουργηθεί μια τεράστια βάση δεδομένων (Archivio Unico Informatico), η οποία είναι σε λειτουργία για πάνω από μια δεκαετία. Η βάση αυτή είναι πλέον αρκετά Terabytes, μιας και όλες οι τράπεζες της χώρας είναι υποχρεωμένες από το νόμο να στέλνουν σε ανώνυμη μορφή όλες τις τραπεζικές συναλλαγές! Τα δεδομένα χρησιμοποιούνται για τη μελέτη μεγάλων εμβασμάτων και άλλων συναλλαγών και πολλές φορές η ίδια η Επιτροπή για το ξέπλυμα χρήματος θα επικοινωνήσει με μια τράπεζα, όταν υπάρχει υποψία. Αυτός είναι ένας διαφορετικός ρόλος για τις Επιτροπές, πιο ”επιθετικός” θα έλεγε κανείς στην καταπολέμηση του φαινομένου. Δυστυχώς, οι περισσότερες χώρες έχουν καταφύγει σε παθητικές Επιτροπές που κάνουν μια βασική επεξεργασία και μετά φορτώνουν το μεγαλύτερο όγκο των υποθέσεων στη Δικαιοσύνη, η οποία καλείται να φέρει εις πέρας μια δουλειά που, σε μεγάλο κομμάτι της, θα μπορούσε να γίνεται σε άλλο επίπεδο. Αν εξετάσει κανείς το πλαίσιο για το ξέπλυμα χρήματος σε παγκόσμια κλίμακα τότε φαίνεται αμέσως μια ανομοιογένεια σε στοιχειώδεις οργανωσιακές δομές. Με την ομάδα μου φτιάξαμε μια εφαρμογή που η πρόσβαση της είναι δωρεάν και απεικονίζουμε γεωγραφικά, βασικές πληροφορίες για το ξέπλυμα χρήματος για όλες τις χώρες του κόσμου, χρησιμοποιώντας το open-source geomapping της Google. Μια εικόνα στο χάρτη δείχνει αμέσως ότι αυτό που αποκαλούμε ”παγκόσμια μάχη για το ξέπλυμα χρήματος” είναι κάτι σχεδόν ανύπαρκτο.


Με ποιον τρόπο θα μπορούσε να
συνεργαστεί η ελληνική κυβέρνηση και ο τομέας των νέων τεχνολογιών στην προκειμένη περίπτωση;
Όπως σημείωσα σε μια προηγούμενη ερώτηση, υπάρχουν διαφορετικές δυνατότητες όπου οι νέες τεχνολογίες μπορούν να συμβάλουν για να παταχθεί το ξέπλυμα χρήματος. Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να υλοποιήσει μια ουσιαστική διασύνδεση μεταξύ του τραπεζικού τομέα και της Επιτροπής για το ξέπλυμα χρήματος. Σε αυτήν την προσπάθεια πρέπει να συμμετέχουν όλες οι τράπεζες και να υπάρξει ένα κανονιστικό πλαίσιο γι’αυτό το λόγο που να συγκεκριμενοποιεί αυτές τις υποχρεώσεις. Επίσης, πρέπει να οργανωθεί η Επιτροπή σαν ένας φορέας επεξεργασίας και ανταλλαγής πληροφοριών και ανάλυσης των συναλλαγών με προηγμένες τεχνολογικές δυνατότητες. Η αντιμετώπιση στο ξέπλυμα χρήματος θέλει συστηματική προσπάθεια, τεχνολογική υποδομή, ώστε να υπάρξουν δυνατότητες profiling των τραπεζικών συναλλαγών, ανάλυση των ύποπτων αναφορών και των στοιχείων που την απαρτίζουν.


Τι θα έπρεπε να γίνει ώστε η Δικαιοσύνη και οι νέες τεχνολογίες να συναντηθούν σε μία από κοινού προσπάθεια για την πάταξη του ξεπλύματος χρήματος;
Η Δικαιοσύνη αποτελεί οργανωσιακή επέκταση του νομικού συστήματος που βασίζεται σε διαδικασίες διαφορετικής φύσης από εκείνες που μπορούν να αυτοματοποιηθούν για την καταπολέμηση του φαινομένου. Αυτό που πραγματικά χρειάζεται είναι οι νέες τεχνολογίες να οριοθετήσουν καινούργιες προσπάθειες καταπολέμησης του φαινομένου, να εφαρμοστούν πιο αποτελεσματικά στο τραπεζικό σύστημα και στην Επιτροπή για το ξέπλυμα χρήματος, έτσι ώστε στην Δικαιοσύνη να φτάνουν οι υποθέσεις εκείνες που θα έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να καταδικαστούν και όπου το ύψος των ποσών θα δικαιολογεί την ενεργοποίηση όλου του κρατικού μηχανισμού (εποπτικού, ανάλυσης, δικαστικού). Άλλωστε, με την εφαρμογή της 3ης Ευρωπαϊκής Οδηγίας για τη διαχείρηση του ρίσκου στο ξέπλυμα χρήματος, πρέπει να υπάρχει ένας μηχανισμός ώστε οι υποθέσεις να αξιολογούνται με βάση την προτεραιότητα συγκεκριμμένων χαρακτηριστικών.

 

19/11/2010 - Λέττα Καλαμαρά © Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής & Επικοινωνιών Ελλάδας - ΣΕΠΕ, 2008 -2010

δημοψήφισμα

Νέα επικαιρότητας: Ποιότητα ή ποσότητα;