Διαφήμιση
( 0 ψήφοι )

avatars

Το άβαταρ στα ηλεκτρονικά παιχνίδια είναι η ψηφιακή αναπαράσταση του παίκτη στο παιχνίδι ή, πιο απλά, ο χαρακτήρας τον οποίο χειρίζεται.

Το άβαταρ κινείται μέσα στον κόσμο του παιχνιδιού και δρα σε αυτόν εκτελώντας τις εντολές που του δίνει ο παίκτης μέσω του πληκτρολόγιου και του ποντικιού ή του χειριστηρίου. Αυτό μπορεί να περπατήσει, να τρέξει, να πηδήξει, να παλέψει, να πετάξει, να πυροβολήσει, να χορέψει, να φωνάξει, να μαζέψει αντικείμενα, να ανοίξει πόρτες, να κάνει, δηλαδή, οτιδήποτε του ζητηθεί.

Η αναπαράσταση αυτή συνήθως δεν μεταβάλλεται, όμως σε αρκετά παιχνίδια είναι προσαρμόσιμη, με τον παίκτη να μπορεί να αλλάξει χαρακτηριστικά όπως ο τύπος σώματος, το ντύσιμο, το δέρμα ή τα μαλλιά. Αυτό είναι πιο σύνηθες στα MMOG, τα μαζικά παιχνίδια ρόλων στο Διαδίκτυο, όπου το άβαταρ του κάθε παίκτη έχει ποικίλες και εξεζητημένες επιλογές εξατομίκευσης, δίνοντας στον παίκτη ένα πραγματικά μοναδικό alter ego μέσω του οποίου θα εξερευνήσει τον κόσμο του παιχνιδιού και θα αλληλεπιδράσει με τους υπόλοιπους χαρακτήρες.

Οταν ένας παίκτης δημιουργεί ένα άβαταρ αποκαλύπτει πολλά από το χαρακτήρα του. Αλλοι προβάλλουν τον ίδιο τους τον εαυτό -ίσως με κάποια βελτιωμένα χαρακτηριστικά- άλλοι αλλάζουν εντελώς, ακόμα και φύλο. Οι τροποποιήσεις του άβαταρ είναι αποκαλυπτικές για τους ψυχολόγους που μελετούν τον κυβερνοχώρο.

Η λέξη προέρχεται από την ινδουιστική μυθολογία και σημαίνει ενσάρκωση ή προσωποποίηση. Το άβαταρ είναι μία οντότητα που λαμβάνει γήινη μορφή, συνήθως αυτή ενός ανθρώπου, για να φέρει περισσότερη φώτιση στη Γη που οι ινδουιστές θεοί δημιούργησαν. Καθώς οι άνθρωποι συνθέτουν εικονικούς κόσμους, θα μπορούσε κάποιος να πει πως το άβαταρ στον υπολογιστή αντιπροσωπεύει την ανθρώπινη ενσάρκωση στη δική του δημιουργία.

Η χρήση του όρου «άβαταρ» οφείλεται στους Τσιπ Μόρνινγκσταρ και Τζότζεφ Ρομέρο, οι οποίοι, το 1985, σχεδίασαν το παιχνίδι Habitat. Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε πρώτη φορά το 1980, στη νουβέλα «Songs from the stars» του Νόρμαν Σπίνραντ. Το 1986 ο Γουίλιαμ Γκίμπσον μίλησε επίσης για άβαταρ στη νουβέλα του «Count Zero» και ακολούθησε ο Νιλ Στίβενσον στο έργο του «Snow Crash» (1992). Ο όρος έγινε ευρέως γνωστός και στους μη χρήστες του διαδικτύου από την ομώνυμη ταινία του Τζέιμς Κάμερον.

Για να δημιουργήσει ο παίκτης το άβατάρ του στα βιντεοπαιχνίδια συνήθως ξεκινάει από ένα στάνταρ μοντέλο και σιγά σιγά το αλλάζει, στα φυσικά χαρακτηριστικά και τα ρούχα του. Οι μεγάλες παιχνιδομηχανές Wii, Playstation 3 και Xbox 360 επιτρέπουν, επίσης, στους παίκτες τη δημιουργία άβαταρ.

 

Πηγή: enet.gr

δημοψήφισμα

Νέα επικαιρότητας: Ποιότητα ή ποσότητα;